- τριημίτονον
- τρῐημῐ-τονον, τό,A = -τόνιον, Alex.Eph. ap. Theon.Sm.p.140H.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τριημίτονον — neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τριημίτονον — τὸ, Α το τριημιτόνιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρίημι «ενάμισυ» + τονον (< τόνος)] … Dictionary of Greek
τριημιτόνιο — το / τριημιτόνιον, ΝΑ [τριημίτονον] μουσ. διάστημα δευτέρας ίσο προς τρία ημιτόνια, δηλαδή προς τα 3/12 τής οκτάβας … Dictionary of Greek